Θέα (με προϋποθέσεις)
29/7/2025

Ο Μίμης μπήκε σπίτι με ένα τεράστιο χαμόγελο, φωνάζοντας:
— Μαίρη, τα λεφτά ξεπάγωσαν!
Πέρασε απ’ την τράπεζα· είχαν και απόδοση.
(Είπαμε πως υπάρχει και μυθοπλασία.)
Με τις οικονομίες τους, μπορούσαν επιτέλους να αγοράσουν σπίτι.
Θα άρχιζαν να κοιτούν αγγελίες.
Θα το έψαχναν μόνοι τους — να γλιτώσουν τα μεσιτικά.
Και η έρευνα ξεκίνησε.
Γέμισαν οι μέρες τους με ραντεβού.
Έβλεπαν το ένα σπίτι μετά το άλλο.
Ένας ιδιοκτήτης τους διαβεβαίωσε πως από το διαμέρισμα στο Ν. Ηράκλειο «βλέπεις και θάλασσα».
— Και έχει και δέντρα, πρόσθεσε.
Η Μαίρη θαύμασε.
Πήγαν.
Πολυκατοικία του ’80 με πολλά διαμερίσματα, μεγάλο κήπο και πυλωτή στο ισόγειο.
Το κτίριο ήταν σε καλή κατάσταση.
Ο ιδιοκτήτης, χαμογελαστός, άνοιξε την πόρτα με την αυτοπεποίθηση ανθρώπου που πιστεύει ότι πουλάει θησαυρό.
Το σπίτι μέτριο. Το μπαλκόνι μικρό.
Η Μαίρη βγήκε έξω κι έψαξε τη θάλασσα.
— Η θάλασσα; Από πού φαίνεται;
— Α, σήμερα έχει συννεφιά. Αλλά άμα είναι ξάστερα, χωρίς πολλή ζέστη, φαίνεται εκεί στο βάθος.
Έμεινε να τον κοιτάει.
Και συνέχισε:
— Και τα δέντρα; Δεν βλέπω τίποτα από εδώ.
— Στον κήπο κάτω. Δεν τα είδατε;
— Μα το μπαλκόνι βλέπει πίσω.
— Δεν είπα ότι τα βλέπετε. Είπα ότι έχει δέντρα.
Σιωπή.
Κατέβηκαν με βλέμμα στο κενό.
Ένιωθαν αφελείς.
Όχι μόνο για τη «θέα», αλλά και γιατί είχαν πιστέψει τις λέξεις ενός αγγελιοφόρου ονείρων.
Οι ιδιοκτήτες περιγράφουν τα σπίτια τους όπως τα νιώθουν. Όχι όπως είναι.
— Τέλος, είπαν.
— Ας αναζητήσουμε μεσίτη.
Και τον βρήκαν.
Ευτυχώς.
Η συνέχεια, στο επόμενο επεισόδιο...